Γράφει η Ευτυχία Δεσποτάκη
Λένε πολλοί πως πατρίδα είναι τα παιδικά μας χρόνια. Λένε πως αν τα παιδικά μας χρόνια είναι γεμάτα από καλά βιώματα μπορούν να μας κρατήσουν όρθιους σε όλη τη ζωή μας. Λένε πως όλα όσα ήταν να μάθομε τα μάθαμε στα παιδικά μας χρόνια. Τέλος όσο μεγαλώνομε όλο και πιο συχνά γυρίζομε στα παιδικά μας χρόνια. Τέλος πάντων εγώ σε μια γευστική γλυκιά ανάμνηση θα αναφερθώ σήμερα που μου έρχεται στο νου και στη γεύση κάθε που ο καιρός είναι βαρύς χειμωνιάτικος παγωμένος.
Συνήθως τέτοιες μέρες, τότε, το απόγευμα καθόμαστε μαζί με τη μητέρα μου γύρω από το μαγκάλι, που κάτι όμορφο έπλεκε με το βελονάκι ή επιδιόρθωνε με τη βελόνα κάτι άλλο παλιό.
Εκείνη την ώρα, κάποια στιγμή, συνήθως..... πεινούσα. Η λύση ήταν μια φέτα ψωμί , όμορφα κομμένη, -δεν αρέσει ποτέ στα παιδιά η σπασμένη φέτα- άλλοτε σκέτη και άλλοτε πιο σύνθετη και επεξεργασμένη.
Η απλή ήταν συνήθως λίγο βρεγμένη με λίγη ζάχαρη από πάνω. Ακόμη πιο απλή ήταν αυτή με λίγο λάδι αλειμμένη ή το καλοκαίρι και με λίγη ντομάτα. Η επεξεργασμένη είχε άλλη διαδικασία. Έβαζε η μάνα τη μασιά πάνω στα ήπια πια αναμμένα κάρβουνα στο μαγκάλι, πάνω έβαζε τη φέτα την έψηνε μέχρι να ροδίσει και από τις δυο μεριές, την άλειφε με λίγο βούτυρο από χοιρινό λίπος που η ίδια είχε φτιάξει και φυλάξει στο βάζο, έβαζε λίγη ζάχαρη και από πάνω κανέλα και το απογευματινό ήταν έτοιμο.
Αυτή η υπέροχη γεύση με συνοδεύει όλα τα κρύα απογεύματα. Όσες φορές δοκίμασα να φτιάξω τη φέτα η γεύση δεν ήταν η ίδια. Βέβαια όλα ήταν άλλα.
Ούτε παιδί ήμουν ούτε μαγκάλι υπήρχε, ούτε το βούτυρο ήταν ίδιο, ούτε μάνα έφτιαξε τη φέτα.
Τα πράγματα, δεν τα γνωρίζομε τελικά αυτά καθεαυτά αλλά όπως ο χώρος, ο χρόνος και οι αισθήσεις τα δίδουν σε μας, κατά τον φιλόσοφο Καντ….
Λένε πολλοί πως πατρίδα είναι τα παιδικά μας χρόνια. Λένε πως αν τα παιδικά μας χρόνια είναι γεμάτα από καλά βιώματα μπορούν να μας κρατήσουν όρθιους σε όλη τη ζωή μας. Λένε πως όλα όσα ήταν να μάθομε τα μάθαμε στα παιδικά μας χρόνια. Τέλος όσο μεγαλώνομε όλο και πιο συχνά γυρίζομε στα παιδικά μας χρόνια. Τέλος πάντων εγώ σε μια γευστική γλυκιά ανάμνηση θα αναφερθώ σήμερα που μου έρχεται στο νου και στη γεύση κάθε που ο καιρός είναι βαρύς χειμωνιάτικος παγωμένος.
Συνήθως τέτοιες μέρες, τότε, το απόγευμα καθόμαστε μαζί με τη μητέρα μου γύρω από το μαγκάλι, που κάτι όμορφο έπλεκε με το βελονάκι ή επιδιόρθωνε με τη βελόνα κάτι άλλο παλιό.
Εκείνη την ώρα, κάποια στιγμή, συνήθως..... πεινούσα. Η λύση ήταν μια φέτα ψωμί , όμορφα κομμένη, -δεν αρέσει ποτέ στα παιδιά η σπασμένη φέτα- άλλοτε σκέτη και άλλοτε πιο σύνθετη και επεξεργασμένη.
Η απλή ήταν συνήθως λίγο βρεγμένη με λίγη ζάχαρη από πάνω. Ακόμη πιο απλή ήταν αυτή με λίγο λάδι αλειμμένη ή το καλοκαίρι και με λίγη ντομάτα. Η επεξεργασμένη είχε άλλη διαδικασία. Έβαζε η μάνα τη μασιά πάνω στα ήπια πια αναμμένα κάρβουνα στο μαγκάλι, πάνω έβαζε τη φέτα την έψηνε μέχρι να ροδίσει και από τις δυο μεριές, την άλειφε με λίγο βούτυρο από χοιρινό λίπος που η ίδια είχε φτιάξει και φυλάξει στο βάζο, έβαζε λίγη ζάχαρη και από πάνω κανέλα και το απογευματινό ήταν έτοιμο.
Αυτή η υπέροχη γεύση με συνοδεύει όλα τα κρύα απογεύματα. Όσες φορές δοκίμασα να φτιάξω τη φέτα η γεύση δεν ήταν η ίδια. Βέβαια όλα ήταν άλλα.
Ούτε παιδί ήμουν ούτε μαγκάλι υπήρχε, ούτε το βούτυρο ήταν ίδιο, ούτε μάνα έφτιαξε τη φέτα.
Τα πράγματα, δεν τα γνωρίζομε τελικά αυτά καθεαυτά αλλά όπως ο χώρος, ο χρόνος και οι αισθήσεις τα δίδουν σε μας, κατά τον φιλόσοφο Καντ….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.