Ι972, λίγο μετά το Πάσχα. Το περιοδικό ΤΑΞΙΔΙ των Αθηνών με 'στειλε στην Κρήτη να κάνω ένα ρεπορτάζ για τον τουρισμό. Το μεγαλύτερο σφάλμα που μπορούσε να κάνει ένας συντάκτης σε ένα νιούτσικο ατίθασο δημοσιογράφο. Ο πρώτος μου σταθμός ήταν το Ηράκλειο – η γενέτειρα του Καζαντζάκη ! Λωλάθηκα, παλάβωσα, έχασα το μυαλό μου. Ο πνευματικός μου έρωτας με τον Καζαντζάκη με παρέσυρε σαν θύελλα στον ανεμοστρόβιλο της πανούργας καρδιάς μου. Τίποτα δεν σταματούσε τον ταύρο μέσα μου που ζητούσε να μονομαχήσει με το κόκκινο πανί της αλήθειας και δικαίωσης. Μια έρευνα για την κηδεία και τον αφορεσμό του Κρητικού συγγραφέα θα ηρεμούσε το σαρκοβόρο σκουλήκι που με έτρωγε μέσα μου.
Mε κομμένη την ανάσα ανηφόρησα για τον προμαχώνα του Μαρτινέγκου! Ανατρίχιασα σαν αντίκρισα τον χωματένιο μίζερο τάφο του--απομεμονωμένος, ερημικός πεταμένος στην κορφή του Ενετικού τείχους σαν ένα στείρο ξερόκλαδο στην απεραντοσύνη του χρόνου και τόπου Μάζεψα μερικά ατίθασα αγριολούλουδα που φύτρωσαν από συμπόνια ολόγυρα στον τάφο του και τα απόθεσα τρυφερά στον ξύλινο λιτό σταυρό. Διάβασα τα σκαλισμένα αθάνατα λόγια του Καζαντζάκη: ΔΕΝ ΦΟΒΑΜΑΙ ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΛΠΙΖΩ ΤΙΠΟΤΑ ΕΙΜΑΙ ΛΕΥΤΕΡΟΣ. Τα λόγια του σαν ελαφρό αγεράκι δρόσισαν την φωτιασμενη καρδιά μου.
Κατηφόρισα σκυθρωπά τους δρόμους της πρωτεύουσας και σεργιάνισα άσκοπα τα στενά στα σοκάκια της.
Το ιστορικό μουσείο Κρήτης που φιλοξενούσε .....
....... δυο αίθουσες με προσωπικά αντικείμενα το Καζαντζάκη δεν ήταν πολύ μακριά. Περπάτησα μέχρι εκεί με λαίμαργη λαχτάρα. Ο Ανδρέας Καλοκαιρινός που δώρισε το κτήριο στο μουσείο Κρήτης ήταν ένα σπάνιος άνθρωπος. Μορφωμένος, αξιοπρεπής, ευγενικός. Αισθάνθηκε την συμπόνια μου για τον Καζαντζάκη από την πρώτη στιγμή και ένιωσε την έντονη ταραχή που φώλιαζε μέσα μου. Με φιλοξένησε με καλοσύνη για βδομάδες στο μουσείο και μου μίλησε με αφθονία για την ζωή του Καζαντζάκη, για το ταξίδι του στον Άγιο Όρος, για την εθελοντική του στρατιωτική υπηρεσία στον Βαλκανικό πόλεμο και για την φλογερή του αγάπη για την Ελλάδα και ιδιαίτερα για τον μεγάλο του έρωτα: την Κρήτη.
Μια μέρα καθώς το 'φερε η κουβέντα τον ρώτησα για τον αφορεσμό του Καζαντζάκη. Ο Ανδρέας σοβαρεύτηκε μεμιάς και κούνησε αρνητικά το κεφάλι. Κάτι πήγε να πει, αλλά κοντοστάθηκε.
-Κάτι ξέρετε και δεν θέλετε να μιλήσετε?
- Πήγαινε στην Αρχιεπίσκοπο της Κρήτης Ευγένιο να του μιλήσεις, μου απάντησε επιτακτικά. Μην του πεις ότι σε έστειλα εγώ. Είσαι τετραπέρατη Κρητικιά, θα βρεις ένα τρόπο να τον ψαρέψεις. Τότε και μόνο θα μάθεις πράγματα για τον Καζαντζάκη πούνε θαμμένα χρόνια . Ούτε μια χούφτα άνθρωποι στον κόσμο δεν τα ξέρουν. Αν τον καταφέρεις να σου μιλήσει, θα σε η μεγαλύτερη κατάσκοπος του αιώνα ! Μετά έλα εδώ και θα σου 'χω την μεγαλύτερη έκπληξη της ζωής σου—το πιο πολύτιμο υλικό για την ερευνά σου για τον Καζαντζάκη!
Το ίδιο κιόλας απόγευμα βρέθηκα στα σκαλιά της Αρχιεπισκοπής Κρήτης. Έτρεμαν τα χέρια μου και τα πόδια μου λύγισαν. Σίμωσα ένα βυζανιάρικο παπαδάκι, όμορφο ντροπαλό και καλοσυνάτο. Του 'πα ότι δουλεύω για το περιοδικό ΤΑΞΙΔΙ και θέλω να πάρω συνέντευξη από τον Αρχιεπίσκοπο. Ξέρω ότι δεν θα με δεχτή αν δεν ήταν κάτι εκκλησιαστικό και ρώτησα τι είναι η μεγαλύτερη αδυναμία του Αρχιεπισκόπου που θα τον αναγκάσει να μου παραχωρήσει μια συνέντευξη.
-Το μεγαλύτερο όνειρο του Αρχιεπισκόπου, ψιθύρισε ταραγμένο το παπαδάκι χωρίς να με κοιτάζει είναι να χτίση μια σχολή Βυζαντινής εικονογραφίας και να την ονομάσει EL GRECO σε τιμή του Κρητικού ζωγράφου Δομίνικου Θεοτοκόπουλου.
-Σε παρακαλώ, μπορείς να με βοηθήσεις? Θέλω να γράψω ένα άρθρο για την σχολή και την ευγενή προσπάθεια του Αρχιεπισκόπου. Θα μπορέσεις να μου κλείσεις ραντεβού? Θα σου έχω ευγνωμοσύνη για πάντα!
Το καλοσυνάτο, αγνό πρόσωπο του νεανικού κληρικού γύρισε πίσω σε δέκα λεπτά, κατακόκκινο, με τα μάτια χαμηλωμένα.
-Αύριο στις 11 το πρωί σας έκλεισα ραντεβού με τον Αρχιεπίσκοπο!
Η καρδιά μου με ένα σάλτο χόρεψε Κρητικό πεντοζάλη στον ρυθμό μιας αόρατης λύρας και στα κρυφά τραγούδησε μια τρυφερή μαντινάδα. Μου 'ρθε να αγκαλιάσω το παπαδάκι και να τον φιλήσω από την χαρά μου, αλλά κρατήθηκα. Από νευρικότητα, είχα σταθεί από τις δέκα το πρωί έξω από την Αρχιεπισκοπή. Παρόλο που ψιχάλιζε, άρχισα να ιδρώνω. Το ευγενικό παπαδάκι με πλησίασε αργότερα ντροπαλά και με οδήγησε στην αίθουσα που με περίμενε ο Αρχιεπίσκοπος Ευγένιος. Κυπαρισσένιος, εύσωμος επιβλητικός, μου 'δωσε το χέρι του να το φιλήσω. Δεν ξέρω τι βιδώθηκε στο μυαλό μου κείνη την αστραπιαία στιγμή και του λέω με ναζιάρικο χαμόγελο.
-Σεβασμιότατε αν μου φιλήσετε το δικό μου, θα σας φιλήσω το δικό σας!
Ο Ιεράρχης άλλαξε χρώμα και έμεινε με ανοιχτό το στόμα. και πριν προλάβει να συνέλθει του λέω αστειεύοντας.
-Καλέ πως βγήκατε εσείς λαμπάδα και εγώ κερί? Ούτε στην μέση δεν σας φτάνω! Κράτησε το στομάχι του από τα τρανταχτά γέλια και έτσι έσπασε ο πάγος μεταξύ μας. Μιλούσαμε πια σαν παλιοί καλοί φίλοι. Μου πρόσφερε ένα δίσκο από Λαμπριάτικα κουλουράκια , κόκκινα αυγά και τσουρέκι. Μου μίλησε με ενθουσιασμό για ώρα πολύ για την σχολή εικονογραφίας. Με ρώτησε πως μου φάνηκε το Ηράκλειο. Τότε ταράχτηκα. Βούτηξα την ευκαιρία από τα μαλλιά.
-Τα Χανιά είναι πιο όμορφα, γραφικά, η γενέτειρα του Βενιζέλου! Το μόνο που έχει να καυχιέται το Ηράκλειο είναι ο τάφος του Καζαντζάκη!
Γέλασαν τα μουστάκια του Αρχιεπισκόπου. Τέντωσε με περηφάνια τις θεόρατες πλάτες του και κορδώθηκε σαν παγόνι.
-Εγώ τον αγαπούσα πολύ τον Καζαντζάκη, μου εξομολογείται χωρίς δισταγμό. Τον θαύμαζα στα κρυφά. Ξέρετε η εκκλησία είναι στενοκέφαλη. Δεν μπορούσα να εκφράσω τα πραγματικά μου αισθήματα.. Θα με πετούσαν έξω. Έχω διαβάσει όλα του τα βιβλία του. Τι πέννα είναι αυτή κοπελιά μου. Πιάνει πουλιά στον αέρα! Ο Καζαντζάκης κατά μένα είναι ο πρωτοψάλτης της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Η εκκλησία τον παρεξήγησε. Ο Καζαντζάκης ήταν φιλόσοφος και αλληγορικός συγγραφέας.
-Μα η εκκλησία τον αφόρεσε!
-Δεν είναι αλήθεια. Ο Καζαντζάκης ποτέ δεν αφορίστηκε αγαπητή μου. Η Ιερά Συνοδός τον καταράστηκε και τον αφόρεσε και ζήτησε από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα να επικυρώσει την αφόρεση του. Ο Πατριάρχης πέταξε την αίτηση σένα συρτάρι και ακόμα εκεί είναι. Ποτέ δεν την υπέγραψε. Όχι μόνο αυτό αλλά τα βιβλία του Καζαντζάκη στολίζουν και τώρα ακόμα την βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου! 1
Είχα μείνει άφωνη, λύγισαν τα γόνατα μου. Έκαμα κόμπο την καρδιά μου και σώπασα.
-Εγώ, δεσποινίς Κατσουλακη πήγα και στην κηδεία του! Παρ' όλες τις απειλές, διαταγές, εκκλήσεις και κατάρες που πήρα γραπτώς και προφορικώς , μπροστά μου και πίσω από την πλάτη μου έδωσα άδεια να μπει η σωρός του στον Άγιο Μηνά και έκανα μάλιστα και την νεκρική δέηση!
-Δεν φοβηθήκατε?
-Ήταν δύσκολη η θέση μου. Είχα μεγάλη πίεση και από την Ιεραρχία και από τις τοπικές αρχές. Αν δεν άφηνα την σωρό του Καζαντζάκη στον Άγιο Μηνά, θα γινόταν η επανάσταση του 1821 και θα αιματοκυλιόμαστε εδώ κάτω! Οι Κρητικοί το 'χαν πάρει πολύ πατριωτικά το θέμα. Ήταν ανήμερα θηρία! Στην κηδεία κόντεψε να γίνει μεγάλο μακελειό. Κάμποσοι κληρικοί χωρίς ράσα ακολούθησαν την νεκρική πομπή βρίζοντας τον νεκρό, αρπάχτηκαν στα χέρια με ντόπιους Κρητικούς. Δύσκολες ώρες και για μένα ένα ανώτατο κληρικό!
-Εσείς το θάψατε?
-Όχι, αλίμονο μου! Θα με αφορούσε η Ιερά Σύνοδος! Είχαμε διαταγή να μην γίνει η ταφή του από κανένα Ορθόδοξο παπά. Εγώ δεν ήμουνα κοντά στην σωρό του Καζαντζάκη.
-Οι εφημερίδες έγραψαν ότι θάφτηκε ο Καζαντζάκης.
- Ο κόσμος είχε άγνοια. Όταν έφτασε η σωρός του στον Μαρτινέγκο, κάποιος έβγαλε επικήδειο λόγο. Μα κανείς κληρικός δεν ήταν γύρω για να θάψει τον νεκρό. Σκεφτείτε τώρα μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου και τις φωτογραφικές μηχανές του διεθνούς τύπου! Πουθενά παπάς. Οι Βρακοφόροι Κρητικοί άρχισαν να φουρτουνιάζουν, έμαθα από άλλους παρόντες, άρπαξαν τα αίματα και ήθελαν να βουτήξουν το φέρετρο και να το θάψουν με τα ίδια τους τα χέρια. Κείνη την τραγική στιγμή εκ θαύματος παρουσιάστηκε ένα νέος παπάς με ράσα και με θυμιατό! Ούτε ήξερα ποιος ήταν και πως βρέθηκε εκεί, από πού ξεφύτρωσε! Κανείς δεν ήξερε!
-Τώρα ξέρετε ποίος ήταν?
-Αρκετά, είπαμε κοπελιά. Ας αφήσουμε αυτήν τη συζήτηση για τον Καζαντζάκη και δώσε μου το τηλέφωνο σου στο ξενοδοχείου που μένεις να σε καλέσω για τραπέζι μια από αυτές τις μέρες. Και στείλε μου το περιοδικό όταν θα γράψεις το άρθρο για την σχολή εικονογραφίας.
Τον φίλησα στο μάγουλο και πήδηξα τα σκαλιά σαν αγριοκάτσικο.
Το άλλο πρωί πριν ακόμα ανοίξει το μουσείο είχα κουκουβίσει στα σκαλοπάτια. Ο Ανδρέας Καλοκαιρινός μόλις με είδε έλαμψε το πρόσωπο του.
- Συγχαρητήρια, τα κατάφερες!
-Ναι!
-Σου είπε Ο Αρχιεπίσκοπος ότι δεν αφορίστηκε ο Καζαντζάκης?
-Ναι! Απίστευτο!
-Για τον παπάς που τον έθαψε?
-Ναι, αλλά δεν μου είπε ποιος.
-Θα σου το πω εγώ!
Ποτέ μου δεν ένιωσα τέτοια θεϊκή ευγνωμοσύνη για τον χωματένιο άνθρωπο. Ξεκορμισα από τον τοίχο και άρχισα να κλαίω Μου έδωσε το όνομα, την διεύθυνση και τον τόπο που έμενε ο άγνωστος παπάς που είχε το Διγενικο θάρρος και το αντρίκειο φιλότιμο να λιποτακτεί από τις μίζερες μικρότητες και τις ξεδιάντροπες καταπιέσεις της εκκλησίας και σαν παπάς με συνείδηση έκανε την κηδεία του μεγάλου καλλιτέχνη.
-Να μου υποσχεθείς ότι ποτέ δεν θα αναφέρεις το όνομα του καλού τούτου ανθρώπου. Υπόσχεσαι?
-Υπόσχομαι!
Σαν χτύπησα δειλά την πόρτα του σπιτιού του καλοσυνάτου ήρωα παπά, νόμιζα ότι θα σταματούσε η αναπνοή μου. Μου άνοιξε την πόρτα με ένα ήρεμο, απλοϊκό χαμόγελο γιομάτο αγάπη.
-Καλώς ήλθατε στο φτωχικό μου. Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμος?
Του 'πα την αλήθεια. Δεν έδειξε φόβο η έκπληξη. Απλά και σεμνά μου ζήτησε να μην αναφέρω όνομα του στην έρευνα για τον Καζαντζάκη, μόνο την ιστορία..
-Ποτέ, σας το ορκίζομαι!
-Τον Νοέμβριο του 1957 ήμουνα στρατιώτης και παπάς και υπηρετούσα την θητεία μου στο Ηράκλειο. Μια μέρα πριν την κηδεία του Καζαντζάκη, ο διοικητής κάλεσε όλους τους στρατιωτικούς και έδωσε διαταγή να μην βγει κανείς έξω από το στρατόπεδο στις 5 Νοέμβριου. Οι αρχές και ο στρατός φοβόταν μεγάλες φασαρίες, γιατί είχε έρθει εκκλησιαστική διαταγή να μην ταφή ο Καζαντζάκης. Όταν θα το 'περναν χαμπάρι οι Κρητικοί θα έκαναν μεγάλες φασαρίες. Εγώ σαν παπάς ένιωσα πολύ άσχημα. Η συνείδηση μου με πείραζε πολύ. Ήμουν παπάς. Δεν άντεχα να πάρω στον λαιμό μου τέτοιο άδικο. Δεν μπορούσα να αρνηθώ τα ιερά μυστήρια σένα βαφτισμένο Χριστιανό που δεν έκανε ποτέ κάτι ανήθικο η εγκληματικό. Όσο αφορά τα βιβλία του δεν είμαι εγώ άξιος να τον κρίνω.
-Πως τα καταφέρετε?
-Το 'σκασα κρυφά από τον στρατό την μέρα της κηδείας. Πήρα αθόρυβα τα ράσα μου και έτρεξα στον Μαρτινένγκο και τον έθαψα.
-Ο κόσμος που περίμενε στον Μαρτινέγκο ήξερε τι έγινε?
-Όχι . Όλοι νόμισαν ότι με έστειλε η εκκλησία να τον κηδεύω. Είχαν δη και τον Μητροπολίτη Ευγένιο στον Άγιο Μηνά. Δεν ήξερε κανείς τι γινόταν πίσω από τα παρασκήνια!
-Τιμωρηθήκατε?
-Ναι. Πέρασα από στρατιωτικό δικαστήριο και μπήκα φυλακή για έξη μήνες!
Κοίταξα κατάματα τον ανώτατο τούτο άνθρωπο, με απέραντη ευλάβεια. Του 'πιασα τα χέρια με τρυφεράδα και τα φίλησα με όλη μου την ειλικρίνεια. Ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που φίλησα τα χέρια ενός κληρικού!
Σαν γύρισα στην Αθήνα , ο αρχισυντάκτης του περιοδικού ΤΑΞΙΔΙ με απέλυσε και με το δίκιο του. Σαν είχα την έρευνα έτοιμη την έδωσα σε ένα φίλο Κρητικό, δημοσιογράφο που δούλευε για το περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ, και ήταν ανταποκριτής μιας Ελληνοαμερικανικής εφημερίδας. Μετά από κάμποσες μέρες ανείπωτης αγωνίας συναντηθήκαμε στο πλατεία Συντάγματος για καφέ. Φαινόταν σκοτεινιασμένος.
-Τι έγινε με την έρευνα του Καζαντζάκη? Τι είπαν οι εφημερίδες, τα ΕΠΙΚΑΙΡΑ?
-Ότι θα πας πέντε χρόνια φυλακή αν προσπαθήσεις να την δημοσιεύσεις, μου απαντά ωμά, σχεδόν με θυμό. «Ξέχαστο Ελένη Αυτήν την έρευνα σου συνιστώ σαν φίλος να την κάψεις. Ποτέ δεν θα δημοσιευτεί στην Ελλάδα, τόση αγαθή είσαι? Ξύπνα!
-Μα είναι αλήθεια!
-Για αυτό ακριβώς δεν θα δημοσιευτεί ποτέ, γιατί είναι αλήθεια!
Κραυγές οργής και φρίκης υψώθηκαν μέσα μου. Αισθάνθηκα σαν κάποιος ξερίζωσε την καρδιά μου και την πέταξε σένα αγκαθωτό γκρεμό, χωρίς έλεος. Μα δεν το 'βαλα κάτω. Μετέφρασα το κείμενο στα Αγγλικά και το 'στειλα στο Αμερικανικό περιοδικό NEWSWEEK. Το περιοδικό δέχτηκε το κείμενο για τον Καζαντζάκη σαν πληροφοριακή πηγή και φυλάχτηκε στην βιβλιοθήκη. Αργότερα έστειλα την έρευνα στη Ελένη Καζαντζάκη. Η χήρα του Καζαντζάκη την δέχτηκε όπως ένας σταυρωμένος περίμενε με λαχτάρα την ανάσταση του. Τότε και μόνο ένιωσα ότι είχα κάνει το χρέος μου!
Το 2003 το σαρκοφάγο σαράκι της δικαίωσης άρχισε πάλι να τρώει τα σωθικά μου και αποφάσισα να ξαναγράψω στα Ελληνικά την έρευνα για τον Καζαντζάκη. Ο Αρχιεπίσκοπος Ευγένιος Ψαλλιδακης είχε πεθάνει το 1978. Ο Ανδρέας Καλοκαιρινός το 1992. Έστειλα χωρίς να ελπίζω φαξ στον Μητροπολίτη Μελέτιο, αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης και ζήτησα επίσημη επιβεβαίωση σχετικά με τον αφορεσμό του Καζαντζάκη.
Μα η μοίρα και το ριζικό είναι αναπάντεχο και γνέθει τις δικές του σαϊτιές. Πριν από κάμποσες εβδομάδες, καθώς ψαχούλευα ένα αραχνιασμένο κουτί γιομάτο ποιήματα—σπίθες της νιότης, βρήκα στα Ελληνικά την έρευνα του Καζαντζάκη! Τα χέρια μου έτρεμαν σαν επιληπτικά. Τα μάτια μου θόλωσαν. Ήταν το πνεύμα του μεγάλου συγγραφέα που ζητούσε δικαίωση? Δεν ξέρω. Οι κιτρινισμένες σελίδες είχαν φαγωθεί και δύσκολα διαβαζόταν. Κάθισα και το ξανάγραψα. Ήταν μια εσωτερική ανάγκη και ένα ιερό χρέος για να τιμήσω τον πνευματικό άνθρωπο που δεν υποτάζεται σε καλόβουλες αυλές και δεν αναπαύεται σε καρποφόρα, εφήμερα λιβάδια, παρά φορτώνει το δισάκι της ευθύνης στον ώμο και παίρνει το κακοτράχαλο μονοπάτι για να βρει την αγκαθωτή αλήθεια.
Με αγάπη,
Ελενη Κατσουλακη
Σημείωση. Στις 29 Ιουνίου του 2003 έλαβα ένα συστημένο επίσημο γράμμα από την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης που επιβεβαιώνει μετά από 50 χρόνια άνανδρης σιωπής, ότι δεν υπάρχει αφορεσμός του Καζαντζάκη στα αρχεία τους. Γιατί ο Πατριάρχης Αθηναγόρας δεν υπέγραψε ποτέ τον αφορισμό του Καζαντζάκη; Ίσως επειδή ήταν συνάδελφοι, ή απλά αδελφοί...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.