Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

ΗΘΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΡΙΖΙΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Γράφει ο Γιώργος Πευκιανάκης
Ετεόκρητες μεγαλήτορες
Κύδωνες τε τριχάικες Δωριείς (Όμηρος)
Μεγαλόψυχοι Ετεόκρητες Ανατολικά
Κύδωνες και τρία δωρικά φύλα Δυτικά
είναι οι κάτοικοι της Κρήτης
Στην ιστορική πορεία των λαών, υπάρχουν περίοδοι που για διαφόρους λόγους και κυρίως σκλαβιάς, η τυραννίας, η δημιουργική συμβολή των λογίων ατροφεί μέχρι παρακμής.
 Η ομάδα, όμως, το σύνολο, ο λαός, στις ίδιες συνθήκες βλέπει τον ψυχικό του κόσμο να πλαταίνει σε συναισθήματα, να βαθαίνει σε ευαισθησία και να ξεχειλίζει μέσα από την καρδιά του, σημειώνει ο Μιχάλης Περάνθης σε εισαγωγή του για το Δημοτικό μας τραγούδι.
 Με τη δική του γλώσσα δημιουργεί στίχους και εκφράζει τον πόνο και την αγωνία του τη χαρά και την ευφροσύνη του για όλα τα μεγάλα γεγονότα της ζωής. Έτσι φτιάχνει τη δική του φιλολογία. Και ύστερα τραγουδεί το στίχο του με δικό του μέλος και μόνος και με τους άλλους μαζί και τα παραδίδει και τα δυό στις επερχόμενες γενιές. Πίσω από κάθε τραγούδι είναι ένας ποιητής αγράμματος, άγνωστος, δεν τον ενδιαφέρει να γίνει γνωστό το όνομα του. Αυτό, όμως, που εκφράζει αντιπροσωπεύει το κοινό αίσθημα. Καθένας το θεωρεί δικό του, μάλιστα, πολλές φορές προσθέτει και το δικό του στίχο. Κι έτσι από στόμα σε στόμα τα τραγούδια διαδίδονται από τόπο σε τόπο με διάφορες  παραλλαγές, και διάφορες ντοπιολαλιές. Η ποίηση του λαού το δημοτικό μας τραγούδι, αφήνει τον πρώτο άγνωστο δημιουργό και ταξιδεύει στο χρόνο.
 Η Κρήτη έχει και αυτή το δημοτικό της τραγούδι: Το δημοτικό τραγούδι της Κρήτης είναι η μαντινάδα της, το ........
.........χαριτωμένο αυτό λιανοτράγουδο που ακούγεται και τραγουδιέται από άκρη σε άκρη της Μεγαλονήσου και το ριζίτικο τραγούδι το οποίο επιχωριάζει στη Δυτική Κρήτη.
Το ριζίτικο κατάγεται από τα ορεινά χωριά που βρίσκονται στις υπώρειες(ρίζες) των Λευκών ορέων, στις Μαδάρες από όπου και το όνομα των τραγουδιών. Αυτό  που χαρακτηρίζει το ριζίτικο στίχο είναι ο δωρικός χαρακτήρας, η λιτότητα και η περιεκτικότητα. Η κεντρική του ιδέα η οποία προβάλλεται σαν δίδαγμα και σαν αξία ζωής, εκφράζεται λακωνικά με ένα στίχο, κυρίως τον τελευταίο. Λακωνικός και Δωρικός ο στίχος όπως και οι δημιουργοί του: "Κύδωνες τε τριχάικες Δωριείς" τους ονομάζει ο Όμηρος για να τους ξεχωρίσει από τους «Ετεόκρητες μεγαλήτορες» κατοίκους της Ανατολικής Κρήτης.
Εδώ δε  θα ασχοληθούμε με γενικότερη ανάλυση του ριζίτικου, αλλά μόνο θα εστιάσομε την προσοχή μας στις αξίες ζωής που προβάλλονται μέσα  από αυτά τα τραγούδια και στο ήθος μιας κοινωνίας, που σε όλες τις φάσεις της ζωής, χαράς και δυστυχίας, προβληματισμού και ξεγνοιασιάς επιγραμματικά επιτάσσει. Και αυτές τις επιταγές πάντα τις υπενθύμιζε ο Κρητικός στις ώρες της χαράς, γιατί το ριζίτικο πάντα συνόδευε το τραπέζι ή την τάβλα της χαράς, τότε βέβαια που τραγουδούσαν οι συντροφιές.
Ενδεικτικά αναφέρομε στίχους από κάποια ριζίτικα  τραγούδια που έστω και ελάχιστα μέσα από αυτά μπορούμε να διαπιστώσομε αξίες και αντίληψη ζωής:
Ευλογημένος τόπος η Κρήτη έχει ποικίλα και πλούσια τα αγαθά. Πληθωρικός και στα συναισθήματα ο Κρητικός. Αγωνιστής, με το τουφέκι του πάντα συντροφιά, γιατί οι ιστορικές συνθήκες τον αναγκάζουν συχνά να πολεμά για τη λευτεριά της  ιδιαίτερης πατρίδας του. Όσο αυτή είναι σκλάβα πενθεί με το μαύρο του πουκάμισο και με το μαύρο του μαντήλι στο κεφάλι, με τα κρόσσια, που συμβολίζουν τα δάκρυα του. Συχνά κλέβει μια του χάρου και τραγουδεί  και χορεύει. Η φιλοξενία πάντα προβάλλεται σαν αξία Ιερό πρόσωπο ο ξένος, ο φιλοξενούμενος, ο μουσαφίρης, ο ξενομπάτης. Τα πλούσια αγαθά του σπάνια τα γεύεται μόνος του, πάντα με συντροφιά, αυθόρμητα, χωρίς τυπικότητες. Δεν στρώνει τραπέζι ο κρητικός γιατί είναι μικρό, μα στρώνει τάβλες. Η ρακή ,το κρασί, το βραστό το πιλάφι, το ψητό, το καλλιτσούνι, το μέλι, το τυρί είναι πρόχειρα και στο τραπέζι πάντα έχει τιμητική θέση ο ξένος. Αυτά ζηλεύει κι ο άρχοντας που η τυπικότητα της εξουσίας τον περιχαρακώνει και δεν μπορεί να κάτσει και να γευτεί με τέτοιους παράξενα όμορφους ανθρώπους:
Από την άκρη των ακριώ κι ώστε να πάς στην άκρη
Έχουσι τάβλες αργυρές στρωμνιά μαλαματένια
Ποτήρια με τις ερωθιές κι απού τα δει πλανάται
Κι επέρασε ένας άρχοντας κι είδε τα κι επλανέθη:
« Χριστέ μην ήμουν βασιλιάς Χριστέ μην ήμουν ρήγας
Να κάθιζα και νάτρωγα με τούτουσες τς΄αθρώπους»
-----------------------------------------------------
Αν ο Σοφοκλής στην τραγωδία της «Αντιγόνης» προβάλλει την αξία της φρόνησης  με το  «πολλώ το φρονείν της ευδαιμονίας  πρώτον  υπάρχει,το ριζίτικο τραγούδι προβάλλει την αξία της σωφροσύνης ή φρονιμάδας όχι με ρητορικά σχήματα και πρέπει, μα παρομοιάζοντας την μεταφορικά με αρωματικό βοτάνι, που το άρωμα του αναδύεται τριγύρω και θέλεις δε θέλεις το αναγνωρίζεις και το προσέχεις:
Μυρίζουν οι βασιλικοί μυρίζουν κι οι βαρσάμοι
Μα σα μυρίζει ο φρόνιμος βαρσάμια δε μυρίζουν
Βαρσάμια ουδέ βασιλικοί μουδέ καρεφυλλάτα
Μυρίζει εκειά που προπατεί, μυρίζει εκειά που στέκει
Μυρίζει εκειά που κάθεται........
 Η συμπεριφορά μας μέσα στην κοινωνία  και η σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και τη δική μας κοινωνική θέση και αναγνώριση.
Ο αρχαίος ρήτορας συμβουλεύει: Μη κακοίς ομίλει=Μη συναναστρέφεσαι με κακούς΄
Εξωστρεφής και κοινωνικός ο Κρητικός διαλέγει την συντροφιά του , μα δεν θεωρεί δίκιο την απόρριψη σε κάποιους. Με βάση αυτή του την ηθική:
Γροικάτε ίντα παράγγελνε γείς φρόνιμος του γιού του:
Γιέ μου σαν πας στο καπηλειό και βρείς τσι χαροκόπους
Ντήρα διαντήρα το σκαμνί, την τάβλα που καθίζεις
Με τον καλλιά σου κάθιζε και νηστικός σηκώσου
Το φρόνιμο ατίμαζε, το γκουζουλό χαιρέτα
Να σε τιμούν οι γι άρχοντες να σε  παινά ο κόσμος
------------------------------------------------------------------
Ώρες χαράς  τα βαφτίσια. Το παιδί και με την ευλογία της εκκλησίας παίρνει ένα όνομα και αναδεικνύεται πλέον  επίσημα ανάμεσα σε συγγενείς και φίλους. Πολλές οι ευχές στους γονείς και στο νονό, που στην Κρήτη είναι πια ο  σύντεκνος. Μεγάλη η ευχή «να χαρείς τα παιδιά σου», σπουδαίο πράμα το μεγάλωμα και η ανατροφή μεγάλη αξία τα γράμματα μα και η συνέχεια της ζωής που στεφανώνεται με το γάμο:
αποβαπτίσθη το παιδί να πούμε το τραγούδι:
Να το χαρούν οι γονέοι ντου και να το μεγαλώσουν
Και να το μπέψουν στο σχολείο γράμματα να του μάθουν
Να το χαρεί και ο νονός και να το στεφανώσει να του βαφτίσει
Και παιδί
------------------------------------------------------------------------------------
Η ζωή είναι όμορφη  μα και σύντομη και ο Χάρος παραμονεύει παντού.
Εξ άλλου ποιός κατάφερε να κέρδίσει τον κόσμο; Γι΄αυτό και δε πρέπει να χάνεται ούτε ώρα χωρίς να τη χαρούμε:
Ίντα χετε γύρου-γύρου κι είναι βαριά η καρδιά σας
Δε ντρώτε και δε μπίνετε και δε χαροκοπάτε
Πριν νάρθει ο χάρος να μας βρεί να μας ε διαγουμίσει
Να πάρει νιους για τάρματα........
Εξ άλλου  το υπαρξιακό ερώτημα ποιός είναι αυτός που κέρδισε αυτόν τον κόσμο  ή τι κερδίζομε από τον κόσμο ,πλανάται   στη σκέψη και στο στίχο του Κρητικού:
«Κόσμε αργυρέ, κόσμε χρυσέ, κόσμε μαλαματένιε.
Κόσμε και ποιός σε  χάρηκε και ποιός θα σε κερδίσει... .Και η απάντηση:
Μα γώ με που σε χάρηκα και δε θα σε κερδίσω
Θα σε κερδήσουν τα βουνά, θα σε χαρούν οι κάμποι
Θα σ ΄άποχαιρετίσουνε όμορφοι κι αντρειωμένοι. .....
Η λεβεντιά του κρητικού θα έλεγα ότι κορυφώνεται στην αξιοπρέπεια  που  αντιμετωπίζει τις δύσκολες ώρες της ζωής του. Στο σημείο που, ενώ  ζει το μεγαλύτερο δράμα του, βάζει προτεραιότητες και ιεραρχεί αξίες, όπως στο  παρακάτω ριζίτικο που, προέχει η φιλοξενία και να μη βαροκαρδίσει ο ξένος:.
Μάνα κι αν έρθουν οι φίλοι μας κι αν έρθουν οι γέ δικοί μας
Μη τους επείς απόθανα και τσι βαριοκαρδίσεις
Στρώσε τους τάβλα να γευτούν και κλίνη, να πλαγιάσουν
Στρώσε των παραπέζουλα να  βάλουν τάρματα τους
Και το πρωί σα σηκωθούν πές τονε πως απόθανα.
----------------------------------------------------------------
Στο παρακάτω τραγούδι  επίσης κορυφώνεται η μεγαλοψυχία του ανθρώπου που συναισθανόμενος την τραγικότητα των συνεπειών του πολέμου με σπουδαιότερη την απώλεια χιλιάδων ψυχών, μπροστά στο θάνατο, δεν κάνει διάκριση ανάμεσα σε εχθρούς και φίλους. Οι νεκροί και ας ήταν εχθροί πρέπει να τιμηθούν και οι δικοί τους να φιλοξενηθούν:
Γροικάτε ίντα παράγγελνε η Κρήτη τω μπαιδιώ τζη:
Μετρήσετε τα μνήματα των εδικώ και ξένω
Σούλους να ανάψετε κερί καντήλι και λιβάνι
κι αν, έρθουν και δικολογιές τω ξένω σκοτωμένω
να τσι φιλοξενήσετε.
Το ριζίτικο τραγούδι αυθεντικό παλιότερα άνοιγε όλες τις εκδηλώσεις χαράς του κρητικού. Το τραγουδούσαν πηγαίνοντας να πάρουν τα προικιά, πηγαίνοντας να πάρουν τη νύφη, στο τραπέζι του γάμου, της βάφτισης, στα λημέρια για τη λευτεριά, στις συντροφιές. Σήμερα τραγουδιέται περισσότερο σε ευρύτερες πολιτιστικές εκδηλώσεις και από οργανωμένες ομάδες και λιγότερο
στις τυποποιημένες πια  κοινωνικές εκδηλώσεις. Ωστόσο ο λόγος του παραμένει διαχρονικός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.