Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΟΡΑΤΗ ΚΑΙ ΑΟΡΑΤΗ ΚΡΗΤΗ

Γράφει ο Γιώργος Πετράκης
Την γεωγραφία και την χαρτογραφία τις συνδέουν ιδιαίτεροι δεσμοί με όλους σχεδόν τους επιστημονικούς κλάδους και πολιτισμικούς φορείς. Ο χάρτης αποτελεί το βασικότερο εργαλείο της γεωγραφίας. Είναι το σχέδιο όπου αποτυπώνεται η αντίληψη για τον κόσμο που υιοθετεί μια συγκεκριμένη κοινωνία, κάθε ιστορική στιγμή.
Με τον πρώτο χάρτη που συντάσσει ο Αναξίμανδρος κατά τον 6ο αιώνα π.χ. ανοίγεται μια νέα προοπτική σε σχέση με τις έως τότε αναπαραστάσεις του χώρου που περιλαμβάνεται στον Όμηρο και στον Ησίοδο. Στα κείμενα τους αναδύονται διαφορετικές μυθολογικές αντιλήψεις για τον κόσμο, που περιγράφεται και «χαρτογραφείται» με ένα ιδιαίτερο τρόπο, που όμως ήταν καθοριστικός σαν θεωρητικό μοντέλο στην συγκρότηση της Αρχαίας ελληνικής σκέψης. 
..Η απόφαση μου να χαρτογραφήσω την Κρήτη ή αν προτιμάτε να ζωγραφίσω το πορτρέτο της έχει να κάνει περισσότερο με την ανάγκη του εξερευνητή να αποτυπώσει τις εντυπώσεις του. Ένα είδος επιστολής στους δικούς του που έχει αφήσει πίσω να τον περιμένουν ή σ΄ αυτούς που έχουν φύγει μακριά και περιμένει την επιστροφή τους.
Οι παλιοί χαρτογράφοι ήταν όλοι τους θαλασσινοί άνθρωποι. Οι πρώτοι χάρτες είναι αυτοί που περιγράφουν τον περίπλου μιας ξηράς και που ουσιαστικά απεικονίζουν το περίγραμμα, το ίχνος, το προφίλ ενός τόπου. Οδηγός προς ναυτιλόμενους υπήρξαν οι πρώτοι πορτολάνοι. Εγώ ναυτικός δεν υπήρξα ποτέ, ούτε είχα ναυτικούς προγόνους. Τη θάλασσα την αντίκρισα στα έξι μου χρόνια, όταν στρίβοντας τον τελευταίο αυχένα της οροσειράς των Αστερουσίων, μετά το χωριό Κρότο, αντίκρισα με δέος αυτό που στα παιδικά μάτια έμοιαζε σαν την άκρη του κόσμου των αρχαίων. Από τότε στα πολλά ταξίδια μου έμαθα ότι ο κόσμος είναι τεράστιος και πολύπλοκος και όσο ταξίδευα στην Κρήτη και τη γνώριζα τόσο μεταμορφωνόταν μέσα μου.........
........... Γινόταν μια μικρογραφία όλου του γνωστού σε μένα κόσμου. Αποκτούσε διαστάσεις ενός ιδανικού αλλά πραγματικού ταυτόχρονα κόσμου.
Πολλά τα σημάδια του υπερφυσικού που με έκαναν να κατανοώ την άρρηκτη σχέση της σύγχρονης με τη μυθική Κρήτη. Επιθυμούσα να σχεδιάσω ένα χάρτη που δε θα κατατασσόταν σε καμιά κατηγορία από αυτούς που γνώριζα. Θα ήταν ένας χάρτης που θα περιείχε όλη την ορατή και αόρατη Κρήτη. Από εκείνη την στιγμή έχρισα τον εαυτό μου - έστω ανεπίσημα - χαρτογράφο και του παραχώρησα όλα εκείνα τα προνόμια που πίστευα ότι απολάμβαναν παλιότερα οι χαρτογράφοι.
Σύντομα συνειδητοποίησα ότι ο κάθε μικρόκοσμος, όπως η Κρήτη ήταν ο δικός μου, δεν είναι προφυλαγμένος από τον τρόπο που ο καθένας μας εντυπώνει πάνω του τις δικές του ευαισθησίες .
Το κυριότερο βέβαια είναι ότι αυτές οι ευαισθησίες απορρέουν από την πίστη ότι ο κόσμος, άρα και ο τόπος μας, είναι μετρήσιμο μέγεθος και όχι κάτι που και περιέχει αλλά και εκτείνεται πέρα από το χρόνο και το χώρο.
Υπήρξαν στιγμές που η διάταξη των στοιχείων που συνέθεταν τον χάρτη, όπως τα χωριά, οι πόλεις, τα ποτάμια, τα βουνά με τις κορφές τους, εξαρτιόντουσαν από την προσωπική μου ματιά και την διάθεση της στιγμής.
Στην αγωνία μου να αποφύγω τα λάθη, που είναι πολύ συνηθισμένα στην χαρτογραφία και που τα είχα βιώσει κατά την χρήση άλλων χαρτών στις κατά καιρούς περιηγήσεις μου, άρχισα την απέλπιδα προσπάθεια της επιτόπου επαλήθευσης των πληροφοριών στις περιοχές που δεν γνώριζα.
Σύντομα κατάλαβα το μάταιο της προσπάθειας αυτής, αν και γνώριζα εξ αρχής τις δυσκολίες της εργασίας πεδίου έρευνας σε σχέση με αυτή της τεχνικής πλευράς.

Στην πορεία συνειδητοποίησα ότι με την επιτόπου έρευνα προσπαθούσα να φτάσω στην καρδιά των πραγμάτων που συνθέτουν το νησί μου. Άρχισα να αγνοώ την υλική διάσταση, να ξεφλουδίζω την επιφάνεια και να προσπαθώ να αντιληφθώ για να καταγράψω και ύστερα να απεικονίσω εσωτερικές διεργασίες του κάθε τόπου.
Σε αυτό το σημείο άρχισαν τα δύσκολα. Ένιωθα ότι σιγά-σιγά ξεχνιόμουνα ή καλύτερα παρασυρόμουνα από την ανάγκη να αποδώσω στο χάρτη τα πάντα.
Χωρίς να το καταλάβω είχα έλθει στη θέση των χαρτογράφων της αυτοκρατορίας που περιγράφει ο Μπόρχες στην «ιστορία της Ατιμίας» που ανέφερα παραπάνω.
Πάνω στο τραπέζι που σχεδίαζα κυμάτιζε το σώμα της Κρήτης με τις εξάρσεις του εδάφους των βουνών της να παίρνουν μορφές αλλόκοτες.
Οι ακτές της να τρέμουν σαν σε πρωτόγονο χορό. Στα μάτια μου όλη η Κρήτη έμοιαζε πια σαν ένα ζωντανό ανθρώπινο σώμα με τα βουνά στη θέση των οργάνων και τα ποτάμια και τα ρυάκια της να μοιάζουν με φλέβες.
Ένοιωθα την αγωνία μην ξεχάσω κάτι, που θα ήταν αρκετό να μην ζωντανέψει αυτό το σώμα. Τότε κατάλαβα ότι ο κάθε χαρτογράφος που αφήνεται να κοιτάξει το θέμα του, για να φτιάξει ένα τόπο που μοιάζει με την πραγματικότητα, κατασκευάζει ένα δικό του κόσμο.
Ένοιωσα ότι ο καθένας μπορεί και πρέπει ίσως να φτιάχνει ένα χάρτη της δικής του πατρίδας, του δικού του τόπου, του δικού του χώρου. Αισθάνθηκα ότι κουβαλούσα στην καρδιά μου το χάρτη του κόσμου της Κρήτης όπως εγώ την γνώριζα, και ότι επιθυμούσα να απεικονίσω πάνω του τις όποιες εντυπώσεις και εμπειρίες είχα αποκομίσει από τη ζωή μου.
Κατάλαβα ότι αυτό που ήθελα ήταν ένας χάρτης της Κρήτης σε κλίμακα ένα προς ένα, αλλά αυτό ήταν και είναι αδύνατον να αποτυπωθεί στο χαρτί. Μόνο στο μαγικό κόσμο του Μπόρχες και του άλλου μεγάλου τυφλού του Ομήρου μπορούν να υπάρξουν τέτοιοι χάρτες, ίσως και στις καρδιές ορισμένων ανθρώπων που αυτό που τους συνδέει με την χαρτογραφία είναι κάτι παραπάνω από μια απλή απεικόνιση.
Έτσι λοιπόν ο τελικός μου χάρτης θα ήταν ένας χάρτης όπως και τόσοι άλλοι.
Ίσως με κάποιες πληροφορίες παραπάνω, με λιγότερα λάθη και ελλείψεις ή ίσως και μια χαρτογραφικά εικαστική προσέγγιση αρτιότερη....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.