Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ ΕΠΙ ΒΕΝΕΤΟΚΤΑΡΙΑΣ

Κατά τη διάρκεια της Βενετοκρατίας, η διάκριση ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις ήταν σαφής.
Στην ανώτερη βαθμίδα ανήκαν οι Βενετοί ευγενείς και φεουδάρχες. Ήταν καθολικοί, άποικοι ή απόγονοι αποίκων, και είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Ο τίτλος  ευγενείας ήταν κληρονομικός.
Αριστοκράτες δεύτερης κατηγορίας ήταν οι Κρητικοί ευγενείς. Η κρητική ευγένεια απονέμονταν με διάταγμα του δόγη σε αντάλλαγμα στρατιωτικών, πολιτικών ή και χρηματικών υπηρεσιών.
Υπήρχαν ακόμη οι αστοί, κάτοικοι των πόλεων και η κατώτερη κοινωνική βαθμίδα των πόλεων και της υπαίθρου. Στις πόλεις, εκτός από τους Βενετούς φεουδάρχες, κατοικούσαν και πολλοί Ιταλοί έμποροι καθώς και Εβραίοι, αντίθετα, στα χωριά, ο πληθυσμός ήταν καθαρά ελληνικός.

Οι χωρικοί κατέβαλλαν φόρους  και ήταν υποχρεωμένοι σε αγγαρείες και κανίσκια. Η αγγαρεία μάλιστα στις γαλέρες ήταν τόσο βαριά, ώστε οι αγγαρικοί αναγκάζονταν, για να την αποφύγουν,  είτε να τρέπονται προς τα βουνά είτε να πουλούν τα υπάρχοντά τους πληρώνοντας αντικαταστάτες, τους λεγόμενους αντισκάρους.

Στην έκθεση του κόμη Ιουλίου Γκαρτσώνη, απεσταλμένου της Ενετικής  Συγκλήτου, κατά το 1583 στην Κρήτη, για να ελέγξει οικονομική κατάσταση του νησιού αναφέρονται τα εξής: 
«Το χρέος των κατοίκων του εργάζεσθαι δι’ άγγαρείας εισήχθη εις διάφορα μέρη της νήσου χάριν της εγέρσεως Φρουρίων. Μικρόν κατά μικρόν η χρήσις των αγγαρειών εγενικεύθη και επολλαπλασιάσθη εις τρόπον, ώστε ήδη απέβη συνήθεια δυσαναπόφευκτος. Πας κάτοικος του Μεγαλοκάστρου, από 15 έτος έως 60 ετών, χρεωστεί, αυτός ομού με όλα τα φορτηγά του, υπηρεσίαν 6 ήμερων κατ’ έτος. Και οι μεν κάτοικοι της Ρεθύμνης οφείλουσιν εις την κατασκευήν των επάλξεων εργασίαν 12ήμερον, οι, δε των Χανίων ημέρας εργατικάς 18. Ο θέλων ν’ απαλλαχθή της καταναγκάσεως ανταναγκάζεται να υποστήση έμμισθον τινά υπηρεσίαν,  άλλως αποτίει εις το ταμείον που μεν 13 που δε και πλείονα υπέρπυρα, και τοιουτοτρόπως σώζε­ται από την βίαν των αγγαρευτών. Η Υμετέρα Γαληνότης ας φαντασθή οίας και όσας άλλας διόδους εις καταχρήσεις ανοίγει προς την αχορταγίαν των αγγαρευτών η επίφοβος αυτή συνήθεια. Εάν δε επίφοβος προς το υπήκοον υπάρχει η αγγαρεία της ξηράς, οπόσον φοβερωτέρα διατελεί η της θαλάσσης. Ο ελεεινός αγρό­της δεν κοιμάται ήσυχος. Νύκτα και ημέραν τρέμει μη, συλληφθείς απροσδοκήτως εις το χωράφιον, συρθή αλυσίδετος εις την δουλείαν του κάτεργου, μακράν της λιμοκτονούσης οικογενείας του, εν υπη­ρεσία ξένη, ης εν επιμέτρω αγνοεί την διάρκειαν, εκείθεν δε μετακομισθή εις τόπους, ή εις μάχας, όθεν ευάριθμοι συνήθως εισίν οι επανερχόμενοι. Διό, αντί τοιαύτης συμφοράς, εάν μεν πένης, πωλεί το έσχατον αιγιδοπρόβατον εις μηδαμινήν τιμήν, ή απαλλοτριοί το χωραφίδιόν του, όπως αποτίση το νενομισμένον λύτρον, ίσον 20 χρυσών φλωρίων. Εάν δε ούτε πρόβατον κέκτηται πλέον, ούτε χωράφιον, ούτε αμπέλιον, ούτε τι άλλο εις τον κόσμον, τότε αποδιδράσκει εις τόπους απροσίτους, όθεν μετά χρόνον μακρόν δεν εξέρχεται, ή υπό τον όρον, παρά των καστελλάνων επιβαλλόμενον ότι θέλει καταμηνύσει τα κρυπτήρια άλλων συμφυγάδων και εξαιρέτως τα των συγγενών».
Χ. Μαλτέζου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.