Ο Μινωικός πολιτισμός χωρισμένος σε εποχές
ΠΡΟΑΝΑΚΤΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (2600-1900 π.Χ.)
Με την επέκταση της χρήσης του χαλκού αυξήθηκε σημαντικά ο πληθυσμός του νησιού και άρχισαν οι εμπορικές επαφές με τις γειτονικές περιοχές της Μικράς Ασίας, των Κυκλάδων και της Αιγύπτου. Η γεωγραφική θέση, το εύφορο έδαφος και η μακραίωνη περίοδος ειρήνης που είχε προηγηθεί, ευνόησαν την ανάπτυξη ενός λαμπρού πολιτισμού που φτάνει σε ακμή στις αμέσως επόμενες περιόδους. Η Προανακτορική Εποχή διακρίνεται σε τρεις φάσεις. Σύμφωνα με τους μελετητές, η χρονολόγηση των περιόδων της βασίζεται στην αιγυπτιακή χρονολόγηση, που γίνεται με βάση τις δυναστείες, αποτέλεσμα των εμπορικών επαφών της Κρήτης με την Αίγυπτο. Στην πρώτη φάση, η χρήση του χαλκού δεν είχε πλήρως αντικαταστήσει τα λίθινα και πήλινα εργαλεία και η επικοινωνία με τις γύρω περιοχες ήταν σχετικά περιορισμένη. Κατά τη δεύτερη φάση, αναπτύχθηκε σημαντικά η αλιεία, η γεωργία, η ναυτιλία και το εμπόριο για την προμήθεια κασσίτερου, απαραίτητου συστατικού για την κατασκευή του μπρούντζου. Μεταξύ των οικισμών του νησιού διακρίθηκαν κάποιες πόλεις, χτισμένες σε στρατηγικές θέσεις, που παρουσίασαν μεγάλη οικονομική ανάπτυξη. Στην περιοχή της Μεσαράς και των Αρχάνων έχουν εντοπιστεί θολωτοί τάφοι εκείνης της εποχής που δίνουν πλήθος πληροφοριών για τις λατρευτικές συνήθειες των ανθρώπων και τον πολιτισμό τους. Μεταξύ των αρχαιολογικών ευρημάτων υπάρχουν όπλα, εργαλεία και κοσμήματα. Τέλος, στην τρίτη φάση της Προανακτορικής Εποχής, βελτιώθηκε σημαντικά η τεχνική κατασκευής και όλο και περισσότερο άρχισαν να χρησιμοποιούνται νέα υλικά όπως πολύτιμοι λίθοι, ελεφαντόδοντο από την Αίγυπτο και χρυσός. Σημαντικά καλλιτεχνικά δείγματα της εποχής αποτελούν οι ποικίλες σφραγίδες που έχουν ανευρεθεί και αποτελούν πραγματικά κομψοτεχνήματα.
ΠΑΛΑΙΟΑΝΑΚΤΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (1900-1700 π.Χ.)
Το 1900 π.Χ. άρχισαν να χτίζονται στην Κρήτη τα πρώτα ανάκτορα, αποτέλεσμα της μεγάλης ανάπτυξης που γνώριζε το νησί. Σύμφωνα με τις αρχαιολογικές ανασκαφές, σ' εκείνη την εποχή χρονολογείται το ανάκτορο της Κνωσού, το μεγαλύτερο πάνω στο νησί, καθώς και τα ανάκτορα της Φαιστού, των Μαλίων και του Κάτω Ζάκρου. Τα διαμερίσματά τους εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα με τον αριθμό και την πλούσια διακόσμησή τους, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι ο Μινωικός πολιτισμός ήταν ένας από τους λαμπρότερους και πλουσιότερους της Ελλάδας. Επίσης, στην ίδια εποχή χρονολογούνται τα ευρήματα από το Μοναστηράκι Ρεθύμνου, τα Χανιά και τις Αρχάνες. Γύρω από τα ανάκτορα έχουν εντοπιστεί οικισμοί, με οργανωμένο ρυμοτομικό, αποχετευτικό και υδρευτικό σύστημα και πλήθος αντικειμένων καθημερινής χρήσης με μεγάλη ιστορική σημασία. Το πιο σημαντικό εύρημα της εποχής είναι ο περίφημος δίσκος της Φαιστού (1700-1600 π.Χ.), που αποτελεί μοναδικό δείγμα ιερογλυφικής γραφής και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου. Η οικονομία στηριζόταν στη γεωργία και το εμπόριο, που γνώρισε πολύ μεγάλη ανάπτυξη, γεγονός που ενισχύεται από την ανεύρεση αντικειμένων κρητικής προέλευσης στην Αίγυπτο και την Κύπρο. Το τέλος της Παλαιοανακτορικής Εποχής σημαδεύεται από ισχυρό σεισμό που έγινε το 1700 π.Χ. και προκάλεσε τη καταστροφή των περισσοτέρων ανακτόρων.
ΝΕΟΑΝΑΚΤΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (1700- 1450 π.Χ.)
Αν και ο σεισμός του 1700 π.Χ. προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, τα ανάκτορα ανοικοδομήθηκαν και εγκαινιάστηκε η νεοανακτορική εποχή, η περίοδος ακμής του μινωικού πολιτισμού. Τα ανάκτορα αποτελούσαν το κέντρο της οικονομικής, κοινωνικής και θρησκευτικής ζωής. Η μεγαλοπρέπεια των διαμερισμάτων τους, ο πλούτος και το μέγεθος τους που φτάνει και τα 22.000 τ.μ., εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα τους επισκέπτες. Γύρω τους υπήρχαν κι άλλα οικοδομήματα, βοηθητικοί χώροι, επαύλεις αξιωματούχων, εμπόρων και ιερέων, εργαστήρια και κατοικίες. Το πλήθος των αρχαιολογικών ευρημάτων δίνουν πολλές πληροφορίες για τον τρόπο οργάνωσης της οικονομίας και της καθημερινής ζωής, που διέφερε από πόλη σε πόλη. Οι άνθρωποι ασχολούνταν κυρίως με τη ναυτιλία και το εμπόριο κρασιού και αρωματικών ελαίων, και δευτερευόντως με τη γεωργία, την υφαντική και τη κεραμική. Το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής ζωής συγκεντρωνόταν στα λιμάνια της Αμνισού, των Αγίων Θεοδώρων, των Μαλίων, της Φαιστού και της Αγίας Τριάδας, ενώ τα αγαθά μεταφέρονταν από τη μια πόλη στην άλλη μέσω ενός πολύ καλά οργανωμένου οδικού δικτύου. Έτσι αναδείχθηκε η τάξη των εμπόρων, των βιοτεχνών και των ιερέων, με κορυφαίο το βασιλιά, που λατρευόταν ως Αρχιερέας μαζί με τη θεά της γονιμότητας. Οι θολωτοι τάφοι που έχουν εντοπιστεί και τοποθετούνται χρονικά σ' αυτή την εποχή, μας δίνουν πλήθος πληροφοριών για τις ενταφιακές και λατρευτικές συνήθειες των ανθρώπων. Σίγουρα δεν θα μπορούσε να υστερεί η καλλιτεχνική παραγωγή, με υπέροχα δείγματα μικροπλαστικής, λιθοτεχνίας, ζωγραφικής, μικροτεχνίας, αγγειογραφίας, χρυσοχοϊας και σφραγιδογλυφίας. Τέλος, απεικονίσεις της καθημερινής ζωής πάνω σε αγγεία και τοιχογραφίες αποδεικνύουν τον εξέχοντα ρόλο που είχε η γυναίκα στη μινωική κοινωνία. Όπως ήταν αναμενόμενο η μεγάλη άνθηση του μινωικού πολιτισμού δεν άφησε αδιάφορη την υπόλοιπη Ελλαδα και τις αποικίες της Κρήτης. Ο λαμπρός Μινωικός Πολιτισμός καταστράφηκε μετά από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας και τους μετασεισμούς που την ακολούθησαν και οι οποίοι προκάλεσαν ψηλά παλιρροιακά κύματα που περέσυραν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους, ενώ την ίδια στιγμή μεγάλες πυρκαγιές ολοκλήρωναν την καταστροφή.
ΜΕΤΑΝΑΚΤΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (1450-1100 π.Χ.)
Οι Αχαιοί, εκμεταλλευόμενοι την καταστροφή του μινωικού πολιτισμού, κατέλαβαν την Κνωσό και εδραίωσαν εκεί μια ισχυρή Αχαϊκή δυναστεία. Σύμφωνα με τις αρχαιολογικές ανασκαφές που έφεραν στο φως πινακίδες της μυκηναϊκής γραφής Γραμμικής Β, οι Αχαιοί κατάφεραν σύντομα να ελέγξουν όλο το νησί. Αν και η κοινωνία συνέχισε να στηρίζεται στο εμπόριο και τις ανταλλαγές με τις γειτονικές περιοχές της Αιγύπτου και της Μικράς Ασίας, η αλλαγή ήταν φανερή στην τέχνη και την καθημερινή ζωή των κατοίκων. Όλα τα αντικείμενα κεραμικής, χαλκουργίας, χρυσοχοϊας και πλαστικής πιστοποιούν τη συνύπαρξη και αλληλεπίδραση των δύο πληθυσμιακών στοιχείων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το 1380 π.Χ. σημειώθηκε νέος ισχυρός σεισμός που διέλυσε και τα τελευταία δείγματα του μινωικού πολιτισμού. Τότε καταστράφηκε και το ανάκτορο της Κνωσού. Ωστόσο μια άλλη εκδοχή δέχεται ότι καταστράφηκε μετά από σφοδρή σύγκρουση των Αχαιών της ηπειρωτικής Ελλάδας με αυτούς της Κρήτης. Μετά και από αυτήν τη θεομηνία οι νέοι κατακτητές ισχυροποιήθηκαν περισσότερο, διατήρησαν το πλούτο των προκατόχων τους, αλλά δεν κατάφεραν να συνεχίσουν τη μεγάλη πολιτιστική τους παράδοση. Ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι το 1200 π.Χ. η Κρήτη είχε ισχυρό στόλο που επιδίδετο σε πειρατικές επιδρομές στην ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, με την είσοδο στον 11ο αι. άρχισε η αντίστροφη μέτρηση που επέτρεψε στα ευρωπαϊκά φύλα να κατέβουν από το βορρά και να φτάσουν μέχρι και την Κρήτη.
http://www.hri.org/infoxenios/greek/crete/history.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.